
Τὸ
Γυμνάσιο Ἀρρένων στὴ μεγαλούπολη Σ… τῆς Μακεδονίας ἦταν τότε τὸ
μοναδικὸ στὴν περιοχή. Τὰ παιδιὰ ποὺ τελείωναν τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο, ἐὰν
δὲν ἀποφάσιζαν νὰ σταδιοδρομήσουν στὶς διάφορες γεωργικὲς ἐργασίες ἢ
ἄλλες ἀπασχολήσεις, ἔδιναν εἰσαγωγικὲς κατατακτήριες ἐξετάσεις στὸ
Γυμνάσιο καὶ ἀνάλογα μὲ τὴν ἐπίδοσή τους γίνονταν δεκτὰ στὸ ἑξατάξιο
αὐτὸ Σχολεῖο.
Σ’ αὐτὸ τὸ ἱστορικὸ Γυμνάσιο ἐμφανίστηκε
κάποιο πρωινὸ ἡ νεαρὴ πρωτοδιόριστη καθηγήτρια φιλολογίας Μαρία Κ…
Σεμνή, ὀλιγόλογη, ἤρεμη, ἐπιβλητική, πάντοτε εὐγενὴς πρὸς τοὺς μαθητές.
Ἄλλοτε μὲ τὸ ἐπιτιμητικὸ βλέμμα της, ἄλλοτε μὲ μιὰ εὐγενικὴ παρατήρηση
πρὸς τὸν μαθητὴ ποὺ ἀτακτοῦσε, ἐπανέφερε τὸν καθένα στὴν τάξη. Τὸ μάθημά
της ἦταν σωστὴ μυσταγωγία. Σεβαστὴ καὶ ἀποδεκτὴ ἀπὸ ὅλους.
Στὴν τελευταία τάξη, στὴ σημερινὴ τρίτη
Λυκείου, ἕνας μαθητής, πάνω στὴν τρέλα τῆς ἐφηβικῆς ἡλικίας του, μιὰ
μέρα τὴν ὥρα τοῦ μαθήματος καὶ χωρὶς νὰ δοθεῖ κάποια σοβαρὴ ἀφορμή,
ἄρχισε νὰ ἐκστομίζει βαριὲς φράσεις ἐναντίον τῆς νεαρῆς καθηγήτριάς του.
Αὐτὴ χωρὶς νὰ χάσει τὴν ψυχραιμία της μὲ πολλὴ στοργὴ καὶ εἰλικρινὴ
ἀγάπη προσπάθησε νὰ τὸν καθησυχάσει. Καὶ τὸ πέτυχε. Σὲ λίγο χτύπησε τὸ
κουδούνι γιὰ διάλειμμα. Σὲ ἐλάχιστο χρόνο ἄδειασε ἡ αἴθουσα.