Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Τί γιατρό θέλετε;

0_1

Ένας ισχυρός βασιλιάς άκουσε για έναν άγιο ιερέα, πως έχει θεραπευτικές ικανότητες. Τον κάλεσε, λοιπόν, μήπως τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει τους δυνατούς πόνους στην σπονδυλική του στήλη.


-Ο Θεός θα μας βοηθήσει, είπε ο άγιος άνθρωπος, όταν έφθασε. Προτείνω στην μεγαλειότητά Σας να εξομολογηθείτε τώρα. Γιατί η εξομολόγηση βοηθά τον άνθρωπο στην αντιμετώπιση των προβλημάτων του, και προ παντός τον απαλλάσσει από πολλές ενοχές και τύψεις, συμφιλιώνοντάς τον με τον Θεό.

Ο βασιλιάς, δυσαρεστημένος από μια τέτοια υποχρέωση, είπε:

Παρασκευή 25 Ιουλίου 2014

Κουβαλώντας τήν ἁμαρτία τοῦ ἄλλου.




Κάποτε ένας μοναχός κάποιας Μονής παρακάλεσε τον Θεό να του ανοίξει τα μάτια για να βλέπει σε κάθε άνθρωπο την κρυμμένη κακία και να μπορεί έτσι να προστρέχει σε βοήθεια…

Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

Σωριάσθηκε κάτω βγάζοντας ἀφρούς ἀπό τό στόμα


Όταν το αγοράκι μου ο Γιώργος ήταν ηλικίας 10 χρονών του συνέβη το εξής περιστατικό. Ήταν τότε μαθητής στο δημοτικό σχολείο. Μια ημέρα γυρίζοντας από το σχολείο δε βρήκε της αρεσκείας του το φαγητό που είχε ετοιμαστεί.


Θύμωσε και πήρε να κόψει για να φάει πορτοκάλι, συγχρόνως όμως είπε στο θυμό του και μία βλαστήμια.Δε πρόλαβε όμως να κόψει το πορτοκάλι και σωριάσθηκε κάτω βγάζοντας αφρούς από το στόμα και χτυπώντας με τα πόδια του το πάτωμα. Βλέποντας εγώ το παιδί μου σ’ αυτή την κατάσταση κάλεσα το γιατρό.



Ο γιατρός μετά την εξέταση του παιδιού είπε: -Αυτή δεν είναι αρρώστια για μας, εμείς δεν έχουμε δουλειά εδώ. Θα καλέσεις παπά. Κάλεσα τότε τον εφημέριο της ενορίας μας, ο οποίος διάβασε διάφορες ευχές. Μετά από το  διάβασμα το παιδί ηρέμησε και τότε μπόρεσε να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του και να μιλήσει. Διηγήθηκε τότε τα εξής:



«Τη στιγμή που έκοβα το πορτοκάλι, ενώ είχα με το θυμό μου τη βλαστήμια είδα να ανεβαίνει τη σκάλα μας ένας κοντός και μαύρος με μια μακριά ουρά. Με χτύπησε με την ουρά του στο πρόσωπο κι έπεσα κάτω. Από τότε δε θυμάμαι τίποτε άλλο. Πριν με χτυπήσει  φοβέρισε τη γιαγιά μου η οποία εκείνη τη στιγμή έκανε το σταυρό της. Για σένα θα ξανάρθω να εξηγηθούμε, της είπε.



Το παιδί εξακολουθούσε να είναι ανήσυχο. Έβλεπε πολλές φορές εκείνον τον μαύρο με την ουρά. Πήγαμε σε διάφορα προσκυνήματα και παρακαλέσαμε. Αυτό διήρκεσε περίπου ένα εξάμηνο. Τελευταία πήγαμε το παιδί στην Αγία Άννα ντυμένο καλογεράκι. Όσο βρισκόταν στην εκκλησία ήταν ήρεμο, έφευγε η ταραχή. Αυτή η εικόνα έλεγε δείχνοντας την εικόνα της Αγίας Άννας, με ανακουφίζει. Γι αυτό πηγαίναμε για αρκετό καιρό τακτικά στην Αγ. Άννα. Δεν ξαναείδε τον κοντό με την ουρά, ηρέμησε, έγινε εντελώς καλά και μέχρι σήμερα χαίρει άκρας υγείας.


 Πηγή: orthodoxianpress.com
http://www.diakonima.gr

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

Τά παπούτσια καί ἡ ὑπακοή τοῦ ὁσίου Δαυίδ


ΤΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΚΑΙ Η ΥΠΑΚΟΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΔΑΥΙΔ

 Επισκόπου Θεοφίλου Καναβού
Μητροπολίτου Γόρτυνος και μεγαλουπόλεως

      Είχε βάλει στο νου του ο Γέροντας να επανέλθει στα παλαιά, για να δει την υπακοή του. Ζητούσε ευκαιρία και τη βρήκε. Τον είχε στείλει στην Άρτα από τη Ναύ­πακτο μια φορά. Και εκείνος, όπως έκανε παλαιά, ξεκί­νησε με τα πόδια και χωρίς παπούτσια. Είχε το σκοπό του. Περίμενε να πάρει τα παπούτσια του, όμως δεν τα πήρε. Μέρες περπατούσε για να πάει στην Άρτα, να κά­νει τη δουλειά και να γυρίσει πίσω. Ξεκουραζόταν κά­που στην άκρη της πόλεως, όταν περνούσε από εκεί έ­νας άρχοντας Χριστιανός. Είδε το Μοναχό κουρασμένο και χωρίς παπούτσια και τον σπλαχνίστηκε. Πήγε στο σπίτι του και του έφερε ένα ζευγάρι παπούτσια. Τα πή­ρε, μάλλον για να τον ευχαριστήσει, και γύρισε στην Άρτα μ' αυτά.

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012

Οἱ τρεῖς γέροντες: ὅμορφη διδακτική ιστορία



Μία φορά κι έναν καιρό μια γυναίκα φρόντιζε τον κήπο του σπιτιού της, όταν ξαφνικά βλέπει τρεις γέροντες, φορτωμένους με τις εμπειρίες της ζωής, να την πλησιάζουν στην είσοδο του σπιτιού. Παρόλο που δεν τους γνώριζε, τους είπε: Δεν σας γνωρίζω, όμως πρέπει να πεινάτε. Περάστε, αν θέλετε, να φάτε κάτι.



Αυτοί την ρωτάνε: Ο άντρας σου είναι στο σπίτι; Όχι δεν είναι εδώ, απάντησε εκείνη. Τότε δεν μπορούμε να έρθουμε, της λένε οι γέροντες. Όταν επέστρεψε ο σύζυγος, η γυναίκα του περίγραψε το περιστατικό. Ας έρθουν, τώρα που επέστρεψα!


Η γυναίκα βγαίνει έξω να προσκαλέσει ξανά τους γέροντες στο τραπέζι, μιας και ήταν ακόμη εκεί. Δεν μπορούμε να έρθουμε όλοι, της λένε οι τρεις γέροντες. Η γυναίκα, έκπληκτη, τους ρωτά γιατί!

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Διήγησις περὶ κατακρίσεως. Γέρων Πανάρετος Φιλοθεΐτης


Διήγησις περὶ κατακρίσεως
Γέρων Πανάρετος Φιλοθεΐτης

Ὁ μακαρίτης πνευματικὸς ἀπὸ τὴν σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων, παπα-Νικόδημος, μοῦ διηγήθηκε τὴν ἀκόλουθη ἱστορία, παρμένη ἀπὸ πατερικὰ Ἁγιορείτικα χειρόγραφα.

Ἕνας πιστὸς χριστιανός, πήγαινε ἐπὶ δεκαπέντε χρόνια στὸν πνευματικό του καὶ ἐξομολογοῦνταν τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες του. Μιὰ μέρα ὅμως, ὅπως συνήθιζε, πῆγε στὸν πνευματικό του νὰ ἐξομολογηθεῖ καὶ ἀνοίγοντας τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του βρῆκε τὸν πνευματικὸ νὰ πορνεύει μὲ μία γυναῖκα.

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Στόν Ἑσπερινό τῆς Συγχωρήσεως


 ΣΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΗΣΕΩΣ - ΔΙΗΓΗΜΑ

῾Ο ᾿Αντώνης ὁ Μητσάκος ἦταν σκληρός ἄνθρωπος. Αὐτό τό ἄκουσα πολλές φορές ἀπό πολλούς. Κακός ὅμως δέν ἦταν. Κι αὐτό τό ἄκουσα. Κανέναν ποτέ δέν ἀδίκησε καί ἦταν καί φιλάνθρωπος.

῞Ενα σωρό ἄνθρωποι, κατά πώς λέγανε, εὐεργετήθηκαν ἀπό τόν ᾿Αντώνη καί τοῦ χρωστοῦσαν μεγάλη χάρη.Κι ὅμως, ᾿Αντώνης Μητσάκος ἦταν σκληρός, πολύ σκληρός σ᾿ ὅποιον τοῦ ἔφταιγε. «Δέν μπαίνω στά χωράφια κανενός», ἔλεγε στρίβοντας τό μουστάκι του, «καί δέ θέλω νά μπαίνει κανείς στά δικά μου». Κι ὅταν ἔλεγε «χωράφια» ἐννοοῦσε καθετί πού τόν ἀφοροῦσε.

Μέ τόν πατέρα μου παλιότερα ἦταν πολύ καλοί φίλοι, μά κάποτε ψυχράθηκαν. Δηλαδή ὁ κυρ-Αντώνης ψυχράθηκε, ἐπειδή ὁ πατέρας μου τόλμησε σάν φίλος νά τόν συμβουλεύσει νά ἀφήσει τόν Μιχάλη, τόν γιό του, νά σπουδάσει δάσκαλος, πού ἦταν τό ὄνειρό του καί ὄχι πολιτικός μηχανικός, πού τόν ἤθελε ὁ πατέρας του. Τέλος πάντων, αὐτός ὁ καλός -κατά τά ἄλλα- ἄνθρωπος βρέθηκε νά εἶναι κακιωμένος μέ τό μισό χωριό.

῎Οχι πού δέν τόν στενοχωροῦσε αὐτό, ὄχι πού δέν ἤθελε νά τά ἔχει μέ ὅλους καλά, μά νά, τό θεωροῦσε θέμα ἀξιοπρέπειας νά κρατᾶ πόζα καί τουπέ σ᾿ ὅποιον θεληματικά ἀθέλητα τοῦ ἔφταιξε. Στό χωριό μου ἐκεῖνα τά χρόνια δικό μας παπά δέν εἴχαμε. Μᾶς ἔστελναν ὅμως τίς Κυριακές καί τίς μεγάλες γιορτές ἱερέα καί μᾶς λειτουργοῦσε. Καί εἶναι ἀλήθεια πώς ὁ κόσμος τοῦ χωριοῦ μου τήν ἀγαποῦσε τήν ἐκκλησία καί κάθε φορά πού τελείωνε ἡ Λειτουργία, ἐκεῖ στήν αὐλή, οἱ μεγάλοι ἔκαναν πάντα τήν ἴδια συζήτηση. «Νά ᾿χαμε ἕναν δικό μας παπά! Νά ᾿χαμε ἕναν μόνιμο ἱερέα στό χωριό μας!»

Καί ἐπειδή τίς ὄμορφες καί εὐσεβεῖς ἐπιθυμίες τίς ἀκούει Θεός, μᾶς ἔδωσε νά ἔχουμε τόν δικό μας παπά. Τόν θυμᾶμαι τήν πρώτη μέρα πού ἔφτασε μέ τή γυναίκα του καί τά τρία του παιδιά. Τόσο νέο ἱερέα μέ τόσο μαύρη γενειάδα πρώτη φορά ἔβλεπα. ῞Οταν πρωτολειτούργησε στήν ἐκκλησιά μας, ἦταν -τό θυμᾶμαι πολύ καλά- ἀρχή τοῦ Τριωδίου. Κάτι μᾶς εἶπε στό κήρυγμα γιά τόν Τελώνη καί τόν Φαρισαῖο μά, γιά νά εἶμαι εἰλικρινής, δέν θυμᾶμαι οὔτε λέξη. ᾿Εκεῖνο γιά τό ὁποῖο μπορῶ νά μιλήσω μέ σιγουριά εἶναι ὅτι κάθε φορά ἔβγαζε λόγο, πράγμα πρωτόγνωρο γιά τό χωριό μου, καί ὅτι μετά στήν αὐλή ὅλοι μιλοῦσαν μέ θαυμασμό καί εὐχαρίστηση γιά τόν νέο παπά.

Ο π. Πέτρος σέ λιγότερο ἀπό ἔνα μήνα μᾶς εἶχε ἀγαπήσει καί εἶχε ἀγαπηθεῖ ἀπό μᾶς. Τήν τελευταία Κυριακή πρίν ἀπό τήν Καθαρά Δευτέρα, μόλις τελείωσε τό κήρυγμά του, μᾶς παρακάλεσε νά ξαναμαζευτοῦμε τό ἀπόγευμα στίς 5.00 ἡ ὥρα, γιά νά κάνουμε ὅλοι μαζί τόν ῾Εσπερινό τῆς Συγχωρήσεως. Οἱ χωριανοί μου κοιτάχτηκαν μέ ἀπορία. Πρώτη φορά ἄκουγαν γιά τήν ὕπαρξη ἑνός τέτοιου ῾Εσπερινοῦ.

-Θέλω νά σᾶς παρακαλέσω, ἀδελφοί μου, ἱκέτευσε μέ τή θερμή νεανική φωνή του ὁ π. Πέτρος, νά ᾿ρθεῖτε ὅλοι, ἀπό τόν πιό μικρό μέχρι τόν πιό μεγάλο. Δέ θά ἤθελα νά λείπει κανείς.

Θές ἡ περιέργεια γιά τήν καινούργια ἀκολουθία πού δέν ξέραμε, θές ἡ ἐπιθυμία νά μή λυπήσουμε μέ τήν ἀπουσία μας τόν νέο μας παπά, μᾶς ἔφεραν ὅλους ἀνεξαιρέτως στόν ῾Εσπερινό. Πολλά πράγματα ἀπό τόν ῾Εσπερινό δέν καταλάβαινα, οὔτε καί τίς εὐχές πού διάβαζε μέ τόση κατάνυξη ὁ ἱερέας καταλάβαινα, ἀφοῦ ἤμουν ἀκόμη παιδί. ῎Ενιωσα ὅμως μέσα σέ κείνη τή γεμάτη θεϊκό θάμπος ἀτμόσφαιρα πώς κάτι ξέχωρο, κάτι συγκλονιστικό ζοῦσαν οἱ μεγάλοι.

Μίλησε καί πάλι ὁ π. Πέτρος, κι ἐγώ κρεμάστηκα ἀπό τά χείλη του. Μᾶς διηγήθηκε, θυμᾶμαι, τήν ἱστορία τοῦ ἁγίου Διονυσίου, πού συγχώρεσε τόν φονιά τοῦ ἀδελφοῦ του, καί εἶδα γιά πρώτη φορά δάκρυα ἱερέα νά βρέχουν τά γένια του.

-Δέν σᾶς γνωρίζω ἀκόμη καλά, ἀδελφοί μου, κατέληξε ὁ ἱερέας, μά κι ἄν μιά μέρα ἦταν ἡ ζωή μας σέ τούτη τή γῆ σέ κάποιον θά φταίγαμε, κάποιον θά λυπούσαμε. Γι᾿ αὐτό ἀπόψε, σᾶς παρακαλῶ, νά συγχωρεθοῦμε ὅλοι, νά μποῦμε καθαροί, πεντακάθαροι, στήν ἁγία Σαρακοστή. Γύρισα αὐθόρμητα καί κοίταξα τόν κυρ-᾿Αντώνη. Τά δάκρυά του εἶχαν φτάσει ὥς τά μουστάκια του.

-Λοιπόν, ἐξακολούθησε ὁ παπάς, θά περάσετε ὅλοι πρῶτα ἀπό μένα κι ὕστερα ἀπ᾿ ὅλους τούς συγχωριανούς σας γιά νά συγχωρεθοῦμε.

-Πρῶτος ἐγώ, πάτερ μου, πρῶτος ἐγώ, γιατί ἐγώ ἔχω νά συγχωρεθῶ μέ τούς περισσότερους. Γυρίσαμε ὅλοι ξαφνιασμένοι καί κοιτάξαμε τόν πιό σκληρό ἄνθρωπο τοῦ χωριοῦ, τόν ᾿Αντώνη τόν Μητσάκο, πού ἤδη προχωροῦσε κι ἔφτανε μπροστά στήν ῾Ωραία Πύλη ὅπου στεκόταν ὁ ἱερέας. ῎Εκανε μιά ἐδαφιαία μετάνοια μπροστά στόν παπά καί τοῦ φίλησε τό χέρι. ῞Υστερα γύρισε καί μᾶς κοίταξε ὅλους μέ μάτια δακρυσμένα.

- Χωριανοί, συγχωρέστε με γιά ὅλα ὅσα σᾶς ἔφταιξα, μά πιό πολύ γιατί δέν ἤθελα νά συγχωρῶ.

῞Ενας ψίθυρος χαρούμενος ἀκούστηκε καί τότε ἄνοιξαν οἱ ἀγκαλιές. Εἶδα τόν κυρ-᾿Αντώνη στήν ἀγκαλιά τοῦ πατέρα μου κι ὕστερα στήν ἀγκαλιά τοῦ ἀδελφοῦ του. Πέρασε ἀπό ἀγκαλιά σέ ἀγκαλιά, ἔσφιξε χέρια, φίλησε παιδιά καί στό τέλος πῆγε καί στάθηκε μπροστά στή γυναίκα του
-Πολύ σέ παίδεψα, γυναίκα, τῆς εἶπε, συγχώρα με κι ἄς μέ συγχωρέσει κι ὁ Θεός.

᾿Από κείνη τή χρονιά κι ἀπό κεῖνον τόν ῾Εσπερινό τῆς Συγχωρήσεως, μικροί μεγάλοι ξέραμε πιά πώς στό χωριό μας κάθε ἔχθρα, σοβαρή ἤ ἀσήμαντη, θά ἔσβηνε τό πολύ σ᾿ ἕνα χρόνο.

῾Η ἀλήθεια βέβαια εἶναι πώς ὁ π. Πέτρος, ἄγρυπνος πάντα πάνω στό ποίμνιό του, δέν ἄφηνε τίς καταστάσεις νά χρονίσουν. Μά ἦταν κι ὁ ᾿Αντώνης ὁ Μητσάκος πού πλάι στόν παπά ἔτρεχε νά φιλοτιμήσει, νά παροτρύνει, νά συμβουλεύσει. Κι ἄν κάπου ἔβρισκε ἀντίσταση, δέν τά ἔχανε οὔτε τά παρατοῦσε.

«Σκληρότερη πέτρα ἀπ᾿ τήν καρδιά μου», ἔλεγε, «δέν ὑπῆρχε· κι ὅμως ὁ Χριστός τήν ἔσπασε καί τήν ἔκανε πηλό.» Κι ἄκουγα πολλούς νά λένε ἀπό τότε πώς «ὁ ᾿Αντώνης ὁ Μητσάκος μέ φίλιωσε μέ τόν τάδε», κι ὅλο τό χωριό τόν σεβόταν καί τόν ἀγαποῦσε. Μά πιό πολύ, θαρρῶ, πώς τόν ἀγαποῦσε ὁ παπάς.

Ε.Β.
http://zpigikamchoir.blogspot.com/2011/03/blog-post.html

ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2011/03/blog-post_06.html#ixzz1y5J3NCvO

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2012

Τό Πρόσφορο τοῦ Γέροντα Ἰάκωβου, ἡ γιαγιά καί τά ἐγγονάκια της

Εκείνη την εποχή, τα πρώτα χρόνια της ιερωσύνης του, ο π. Ιάκωβος πολλές φορές λειτουργούσε, γιορτές και Κυριακές, στα γύρω μικρά χωριά.
Οι προσκυνητές της Μονής τότε (1950-1970) ήσαν σχεδόν ανύπαρκτοι ή ελάχιστοι. Κι εγώ ο ίδιος, καίτοι είχα υπηρετήσει στο Πρωτοδικείο Χαλκίδος ως Πρόεδρος Πρωτοδικών την 2ετία 1971-1973 και είχα επισκεφθεί προσκυνηματικά πολλά Μοναστήρια της περιοχής (Αγίου Νικολάου Γαλατάκη, Αγίου Γεωργίου Ιλίων, Αγίου Νικολάου Αμαρύνθου κ.λπ.) δεν είχα επισκεφθεί τον Όσιο Δαβίδ ούτε μία φορά.Μια γιορτή λοιπόν ο Γέροντας λειτούργησε στην εκκλησία ενός μικρού χωριού στο νότιο μέρος της Μονής. Τότε αυτοκίνητο η Μονή δεν διέθετε, γι΄ αυτό οι Πατέρες εξυπηρετούντο με ένα μουλάρι της Μονής. Είχε μεταβεί λοιπόν ο π. Ιάκωβος στην εκκλησία ενός χωριού με το μουλάρι, με το οποίον,αφού ετελείωσε την Θεία λειτουργία, την κατάλυση και όλα τα σχετικά, επέστρεφε.
Στο δρόμο ανηφορίζοντας, υπήρχε αριστερά ένα αγροτικό σπιτάκι, στο οποίο έμενε μια φτωχή αγροτική οικογένεια, αποτελούμενη από τους δύο γονείς, 3 μικρά παιδιά, ηλικίας 2-5 ετών, και μία ηλικιωμένη γιαγιά.

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2012

Ὁλοζώντανο περιστατικό ἀποκτήσεως καί ἀπώλειας τῆς εὐχῆς

Διήγηση Γέροντος: «Βοηθοῦσα στὶς ἑτοιμασίες τῆς πανηγύρεως ἑνὸς Κελλιοῦ. Ὁ Γέροντας τοῦ Κελλιοῦ ποὺ ἦταν πολὺ ἐπιτήδειος καὶ γρήγορος, μοῦ ἔλεγε: “Κάνε γρήγορα, φέρε ἐκεῖνο, πήγαινε ἐκεῖ…”. Ἐγὼ δὲν μποροῦσα νὰ ἀντέξω τόση βία, ἀλλὰ τὰ ἔκανα ὅλα μὲ ὑπακοή.
 Ἐκείνη τὴν στιγμή, ποὺ ἔκανα ὅλον αὐτὸ τὸν ἀγώνα νὰ ἑτοιμάσουμε τράπεζα γιὰ σαράντα πατέρες –καὶ τὰ ἔκανα μὲ μεγάλη προθυμία–, μπῆκε ἡ εὐχὴ μέσα μου καὶ ἄρχισε νὰ λέη ἡ καρδιά μου μόνη της τὴν εὐχὴ χωρὶς προσπάθεια. Ὤ, τί ἀγαλλίαση! Δὲν μπορῶ νὰ τὴν περιγράψω.
Ἄρχισε ἡ καρδιά μου νὰ λέη τὴν εὐχὴ καὶ ἔβγαινε ἀπὸ τὸ στόμα μου οὐράνια εὐωδία. Καὶ ὅλα αὐτά, ἐπειδὴ ἔκανα ὑπακοὴ σ’ ἕναν ξένο· δὲν ἦταν Γέροντάς μου. Ἦρθε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ ἐπεσκίασε. Αὐτὴν τὴν χάρι τὴν εἶχα γιὰ ἕνα τέταρτο περίπου, ἐνῶ ταυτόχρονα δούλευα, καὶ ὁ Γέροντας τοῦ Κελλιοῦ δὲν κατάλαβε τίποτε. Τότε ἔρχεται ἕνας ἄλλος ἀδελφὸς καὶ μοῦ λέει μὲ λίγο ἀπότομο τρόπο:

Τετάρτη 13 Ιουνίου 2012

Τό ἐνέχυρο τοῦ ἁγίου


Ο Άγιος Ιωάννης ο Νηστευτής , πατριάρχης Κωνσταντινούπολης , μεγάλος νηστευτής και ελεήμονας,  για να μπορέσει κάποτε να ανταπεξέλθει στις αυξημένες ανάγκες για ελεημοσύνη σε πτωχούς και άπορους, δανείστηκε  από τον τότε βασιλιά Μαυρίκιο χρήματα, δίνοντας προσωπική ομολογία με την οποία έβαζε ενέχυρο όλη την περιουσία του. 

Επειδή όταν  πέθανε δεν άφησε τίποτα άλλο για περιουσία, παρά ένα ξύλινο σκαμνί, ένα ευτελή μάλλινο  ένδυμα και  ένας άσχημο φελόνιο, ο Μαυρίκιος έσκισε την ομολογία,  μετέφερε στο παλάτι όλα αυτά ως πολύτιμα λείψανα και σε περιόδους μεγάλης  νηστείας κοιμόταν πάνω σε αυτό το ξύλινο σκαμνί. 
http://talantoblog.blogspot.gr/2012/06/blog-post_08.html

Τρίτη 29 Μαΐου 2012

Μία ἁγιορείτικη ἱστορία γιά τήν θεία δικαιοσύνη

Ήμουν στο Άγιο Όρος για περιήγηση και προσκύνηση στα ιερά καθιδρύματα των μονών. Καλοκαίρι ήταν θαρρώ. Ένα απόγευμα ήμουν φιλοξενούμενος της ιεράς μονής Ξ. Μετά το απόδειπνο, ο κηπουρός της μονής, μοναχός, προσκάλεσε τους προσκυνητές της μονής -ήμασταν καμιά δεκαριά- για καφέ και συζήτηση στο κελλί του κήπου.

Το κελλί του κήπου ήταν χτισμένο στη μία άκρη του μεγάλου κήπου της μονής και με την παραδοσιακή πέτρινη αρχιτεκτονική του Αγίου Όρους. Το κελλί είχε ισόγειο και ανώγειο με περιμετρικά ξύλινα μπαλκόνια. Καθίσαμε στο ξύλινο μπαλκόνι του ανωγείου και χαζεύαμε τη δύση του ηλίου απέναντι στη χερσόνησο της Κασσάνδρας.

Ο κηπουρός της μονής μάς έφτιαξε καφέ και μάς τον έφερε μαζί με νηστίσιμα κουλουράκια. Ταυτόχρονα μάς σύστησε έναν ιερομόναχο, ο οποίος άρχισε να μάς ρωτάει από πού ήμασταν, αν είχαμε ξαναέρθει στο Άγιο Όρος, αν πιστεύαμε στο Θεό και άλλα τέτοια. Ήθελε φαίνεται ν' ανοίξει συζήτηση με πνευματικό περιεχόμενο.

Σάββατο 26 Μαΐου 2012

Ἀγωνίσου, ἔχε πίστη, κι ὅλα θά πᾶνε καλά!

Κάποτε ένας ναυτικός βρέθηκε ναυαγός σ’ ένα ακατοίκητο τροπικό νησί μόνος κι έρημος. Με πολλούς κόπους, χωρίς εργαλεία, εργαζόμενος μόνο με τα χέρια του, κατάφερε να φτιάξει μια ξύλινη καλύβα για να μπορέσει να προστατευτεί κατά την περίοδο των βροχών. Πράγματι είχε μόλις τελειώσει την καλύβα όταν άρχισε να βρέχει ασταμάτητα. Όμως την δεύτερη κιόλας μέρα ένας κεραυνός έκαψε την καλύβα του και την έκανε στάχτη. Ο ναυαγός, που πρώτα δόξαζε τον Θεό για τη σωτηρία του, τώρα αναλύθηκε σε δάκρυα. «Γιατί Θεέ μου», άρχισε να λέει και να παραπονιέται για την καταστροφή.

Σάββατο 19 Μαΐου 2012

Τό ξεχασμένο ἀντίδωρο


Η ιστορία, που θα σας αφηγηθώ είναι πέρα για πέρα αληθινή, όσα απίστευτα στοιχεία και αν έχει. Συνέβη στις αρχές Δεκέμβρη 2007.

Οι έννοιες και οι φροντίδες της καθημερινότητας με είχαν καταβάλει εκείνο τον καιρό και ιδιαίτερα κάποιες οικογενειακές υποθέσεις μου είχαν προκαλέσει μεγάλη στεναχώρια. Τέλος πάντων σκεφτόμουν, τα έχει αυτά η ζωή. Αυτό, όμως, που ένοιωσα εκείνο το πρωί ήταν για μένα -έτσι σκεφτόμουν τότε- τελειωτικό.

Από την προηγούμενη είχα κάποιες εκκρεμότητες να φέρω σε πέρας και μάλιστα οικονομικές, που με είχαν στεναχωρήσει και με είχαν αγχώσει πολύ. Είχα πάει στο ταμείο των υπαλλήλων της υπηρεσίας που εργάζομαι και είχα εισπράξει το ποσό ενός δανείου 20.000 ευρώ, προκειμένου να εξοφλήσω την τράπεζα η οποία μας έβγαλε το εξοχικό σπίτι σε πλειστηριασμό και προχώρησε σε κατάσχεση. Ήμουν πολύ στεναχωρημένη, γιατί αυτό το σπίτι είχε φτιαχτεί με πολύ μόχθο και κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε με τα παιδιά εκεί για διακοπές.

Τετάρτη 9 Μαΐου 2012

Ὁ κόπος πού γίνεται γιά πνευματικό σκοπό πληρώνεται



Στην ιερά αυτή Σκήτη, της Αγίας Άννης με πίστη και αφοσίωση, όπως και σ' όλη την περιφέρεια του Αγίου Όρους, έχουν αφιερώσει τη ζωή τους πολλοί ευλαβείς χριστιανοί, από όλα τα μέρη της Ελλάδος, καθώς και από άλλα ακόμη Ορθόδοξα χριστιανικά Κράτη, όπως είναι Ρώσοι, Ρουμάνοι, Σέρβοι και Βούλγαροι και κατά καιρούς έχουν ασκητέψει. Ειδικά στη Σκήτη αυτή της Αγίας Άννης έχουν συνασκητέψει πολλά κατά σάρκα αδέλφια, με αρετή και πνευματική προκοπή, όπως ήταν οι αδελφοί «Καρτσωναίοι» τέσσερα κατά σάρκα αδέλφια και οι τέσσερις πνευματικοί, οι «Λεονταίοι», ο Παπά -Χαράλαμπος με τον Παπα - Θεοδόσιο, ο Γαβριήλ με τον Ιωάννη οι Μυτιληνιοί, πέντε άλλα αδέλφια στην Καλύβα «Αγία Τριάς» και πολλοί άλλοι για τους οποίους ακούσαμε, αλλά δεν αξιωθήκαμε να τους γνωρίσουμε, γι' αυτό και δεν αναφέρονται εδώ με τα ονόματά τους.

Για να στερεωθεί περισσότερο η πίστη των Πατέρων και αδελφών αυτών και να μένουν μέχρι τέλους της ζωής τους στα βράχια αυτά, με διάφορα σημεία και θαύματα, ο Πανάγαθος Θεός δυνάμωνε και στερέωνε την πίστη και αγάπη τους για τα ιερά και αγιασμένα μέρη αυτά του Αγίου Όρους.
                                                             
Σε διάφορα σημεία του Αγίου Όρους, συναντάμε στο δρόμο μικρά προσκυνηταράκια, μικρές εικόνες ή σταυρούς, που το καθένα απ' αυτά έχει την ιστορία του. Γι' αυτά σας παραθέτουμε όσα οι Πατέρες προφορικά μας παρέδωκαν:

Τρίτη 8 Μαΐου 2012

Εἶναι ἀληθινή ἱστορία...

...που διαδραματίστηκε λίγες ώρες μετά από σεισμό στην Ιαπωνία, πριν λίγους μήνες. Θα μπορούσε να είναι και αυτή ένα παραμύθι, όμως... δεν είναι. Είναι η πραγματικότητα που μας θυμίζει πως τα παραμύθια δεν είναι πάντα μύθος.
 Έχοντας πλέον ο σεισμός υποχωρήσει, διασώστες φτάνουν στα ερείπια του σπιτιού μιας νεαρής γυναίκας κι αντικρίζουν το πτώμα της μέσα στα χαλάσματα. Η στάση του σώματός της όμως ήταν σχετικά περίεργη, θυμίζοντας κατά πολύ
την στάση που παίρνει πιστός έχοντας λυγίσει στα γόνατά του για να λατρέψει και να προσευχηθεί τον Θεό του. Τα συντρίμμια του σπιτιού, είχαν καταπλακώσει την πλάτη και το κεφάλι της.
Αντιμετωπίζοντας όλες αυτές τις δυσκολίες, ο αρχηγός της ομάδας διάσωσης, αποφασίζει να βάλει το χέρι του μέσα από ένα στενό άνοιγμα στον τοίχο για να φτάσει το σώμα της άτυχης γυναίκας. Είχε ακόμη μέσα του την ελπίδα ότι αυτή η γυναίκα θα μπορούσε να είναι ζωντανή.

Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Ὁ Ἰάκωβος καί ὁ πασᾶς...

Τότε που οι Τούρκοι ήταν εδώ, και ζούσαν από το πλιάτσικο, άρπαξε και φάει δηλαδή, έβαλαν στο μάτι ένα μοναστήρι του Αι-Γιάννη και αποφάσισαν να πάνε να το πάρουν. Είπαν μερικοί:
–Θα πάμε τη νύχτα να τους να τους πιάσουμε στον ύπνο, να σκοτώσουμε τους καλογέρους.
–Σταθείτε, τους λέει ο πασάς. Θα τους κάνω εγώ να το παραδώσουν μέρα-καταμεσήμερο, και από μοναχοί τους.
Οι άλλοι παραξενεύτηκαν, αλλά αυτός είχε το σχέδιό του. Μια και δυό λοιπόν κίνησε να πάει να βρει τον ηγούμενο. Τον βρήκε που διάβαζε στο ηγουμενείο.
–Πέτα το βιβλίο πέρα, του λέει ο πασάς, άκουσε προσεκτικά και κάνε όπως θα σου πω. Αλλιώς, ήρθε η ώρα σας.

–Στις διαταγές σου, είπε ο ηγούμενος.
–Άκου. Σε εικοσιτέσσερες ώρες θα ‘χεις αδειάσει στο μοναστήρι και θα ‘χετε φύγει όλοι. Μας χρειάζεται και θα το πάρουμε. Αν δεν ακούσετε το λόγο μου, θα δείτε τη χαντζιάρα μου, και τίναξε το μαχαίρι από το ζωνάρι του, να σκιάξει τον καλόγερο.
–Δεν είναι δικό μας, λέει ο ηγούμενος.
–Τίνος είναι;